Ωριγένης και Βαρδαισάνης: η οντολογική υπόσταση του κακού και το δόγμα της αποκατάστασης των πάντων στο τέλος της ιστορίας




Ο Ωριγένης (Αίγυπτος) και ο Βαρδαισάνης (Συρία) υπήρξαν χριστιανοί φιλόσοφοι και θεολόγοι με μεγάλη επίδραση στην εποχή τους και αργότερα. Ειδικά ο Ωριγένης άσκησε ανυπολόγιστη επίδραση στη διαμόρφωση της χριστιανικής θεολογίας μέχρι την εμφάνιση των Μεγάλων Πατέρων. Δυστυχώς η ιστορία της Εκκλησίας στάθηκε άδική και με τους δύο, αφού εκ των υστέρων θεωρήθηκαν ότι είχαν αιρετικές απόψεις και συνδέθηκαν, ειδικά ο δεύτερος, με τον Γνωστικισμό. Αναθεματίστηκαν και τα γραπτά και των δύο έγινε προσπάθεια να αφανιστούν. Ευτυχώς πάπυροι στην Αίγυπτο, μεταφράσεις των έργων τους σε άλλες γλώσσες (π.χ. συριακά) και ξεχασμένα χειρόγραφα που ήρθαν στο φως στη νεότερη εποχή αποκατέστησαν σε ένα βαθμό τη γνώση μας γι’ αυτούς τους σπουδαίους στοχαστές, ενώ υπάρχει μια έντονη αναγέννηση του ενδιαφέροντος για τη μελέτη τους μακριά από τις καταστροφικές δογματικές μεσαιωνικές προκαταλήψεις.
Και οι δυο τους είχαν βαθιά γνώση της ελληνικής φιλοσοφίας και επηρεάστηκαν ιδιαίτερα από τον Στωικισμό και τον Μέσο Πλατωνισμό, ενώ ενθάρρυναν την μελέτη των αρχαίων από τους σπουδαστές τους.  Οι απόψεις τους σε πολλά θέματα συμπίπτουν σε τέτοιο βαθμό, ώστε είναι βέβαιο πως γνωρίζονταν. Ένα από τα σημεία που οδήγησε στο να θεωρηθούν αιρετικοί είναι το θεολογούμενο της τελικής αποκατάστασης των πάντων. Ενώ η κυρίως χριστιανική παράδοση θεωρεί ότι στο τέλος του κόσμου οι κακοί θα καταλήξουν για πάντα στην κόλαση και οι καλοί στον παράδεισο, οι δύο θεολόγοι μας ισχυρίζονται ότι τελικά όλοι και όλα θα σωθούν και η τελική κατάσταση του κόσμου θα είναι μια αιώνια ειρήνη.   

Το θεολογούμενο της τελικής αποκατάστασης αποτελεί φυσική συνέπεια της άποψης που είχαν ο Ωριγένης και ο Βαρδαισάνης για την οντολογική θέση του κακού: το κακό γι’ αυτούς δεν έχει οντολογική υπόσταση, αλλά αποτελεί απλώς έλλειψη του καλού. Δεν αποτελεί όντως ον. Γι’ αυτό και στο τέλος προορίζεται να χαθεί. Αυτός ο αρνητικός ορισμός του κακού ως έλλειψης το κάνει οντολογικά ανυπόστατο και δείχνει την απόσταση που χωρίζει τον Βαρδαισάνη και τον Ωριγένη από τον Μανιχαϊσμό και τον Γνωστικισμό, όπου το κακό είναι (προαιώνια ή προσωρινά) οντολογικά ενεργός δύναμη ίση και αντίθετη του καλού. Ένας δεύτερος θεμέλιος λίθος είναι η σωκρατική αντίληψη που υιοθετούν οι δύο θεολόγοι ότι οι κακοί πράττουν το κακό από άγνοια (ουδείς εκών κακός) και ότι με την κατάλληλη διδαχή και την πειθώ αυθόρμητα θα κάνουν το καλό. Αυτό ακριβώς συμβαίνει σταδιακά τώρα και θα συμβεί ολοκληρωτικά στο τέλος του κόσμου.  Ο τρίτος θεμέλιος λίθος είναι η πίστη στην ελεύθερη θέληση ως δώρο της θεότητας στα πλάσματά της και επομένως η άρνηση της παντοδυναμίας της μοίρας. Η μοίρα υπάρχει στο βαθμό που ταυτίζεται με τη θεία Πρόνοια, το προαιώνιο σχέδιο του θεού για τη σωτηρία των πάντων. Με ένα μυστηριώδη τρόπο η θεία Πρόνοια εναρμονίζεται με την ελεύθερη βούληση των όντων, ώστε τελικά όλη η ιστορία του κόσμου να οδηγείται στην τελική λύτρωση.
 Παρaκάτω δίνω ως παράδειγμα της σκέψης των δύο σπουδαίων θεολόγων ένα σωζόμενο συριακό απόσπασμα του Βαρδαισάνη (μεταφράζω από την αγγλική απόδοση της Ilaria Ramelli, Bardaisan of Edessa, 2009):

«Η ανθρώπινη ελεύθερη θέληση δεν κυβερνάται από την ανάγκη των επτά πλανητών. Αλλά και αν ακόμη κυβερνάται, είναι ικανή να αντισταθεί στους κυβερνήτες της. Με τον ίδιο τρόπο κι αυτός εδώ, ο ορατός άνθρωπος, δεν είναι βέβαια εύκολο να απαλλαγεί από την διοίκηση των αρχόντων του, καθώς είναι σκλάβος και υπήκοός τους. Διότι αν μπορούσαμε να κάνουμε τα πάντα, θα ήμασταν τα πάντα. Αν δεν μπορούσαμε να αποφασίσουμε για τίποτα, θα ήμασταν όργανο των άλλων. Όταν όμως το θέλει ο Θεός, όλα μπορούν να γίνουν, χωρίς κανένα εμπόδιο. Πράγματι, τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει αυτή τη μεγάλη και ιερή Θέληση. Γιατί ακόμη κι αυτοί που είναι πεπεισμένοι ότι αντιστέκονται στο Θεό, δεν αντιστέκονται με την δύναμή τους, αλλά είναι θύματα του κακού και του λάθους, κι αυτό μπορεί να διαρκέσει μόνο για λίγο καιρό, επειδή ο Θεός είναι καλός και αγαθός και επιτρέπει σε όλες τις φύσεις να παραμείνουν στην κατάσταση που είναι και να κυβερνούν τον εαυτό τους με τη θέλησή τους. Την ίδια όμως στιγμή τα όντα κατευθύνονται από τα πράγματα που γίνονται και τα σχέδια που έχει συλλάβει ο Θεός, προκειμένου να τα βοηθήσει. Η σύνδεση του ενός με το άλλο (δηλ. της ελεύθερης θέλησης με τη θεία Πρόνοια) εξασθενεί τη δύναμη της φύσης, ώστε τα όντα να μην μπορούν να γίνουν ούτε ολοκληρωτικά θύτες ούτε ολοκληρωτικά θύματα, όπως ήταν θύτες και θύματα πριν από τη δημιουργία του κόσμου. Και θα έρθει μια εποχή που ακόμη και αυτή η ικανότητα για κακό που απομένει μέσα τους θα φτάσει στο τέλος της από την διδαχή που θα λάβουν σε μια διαφορετική διευθέτηση των πραγμάτων: και μόλις ο νέος αυτός κόσμος θα θεμελιωθεί, όλες οι τάσεις για κακό θα πάψουν, όλες οι στάσεις θα τελειώσουν, οι άσοφοι θα πειστούν, τα κενά θα γεμίσουν και θα υπάρξει ασφάλεια και ειρήνη, ως δώρο του Κυρίου όλων των φύσεων»
      

Σχόλια