Ο Φάυλλος και η γυναίκα του Αρίστωνος (Παρθένιος 25)


 Φάυλλος
(Την ιστορία αφηγείται ο Φύλαρχος)
            Ο τύραννος Φάυλλος [1] ερωτεύτηκε τη γυναίκα του Αρίστωνος, ηγεμόνος των Οιταίων.[2] Ο Φάυλλος της έστελνε αγγελιαφόρους με την υπόσχεση να της δώσει πολύ χρυσάφι και ασήμι. Την προέτρεπε, αν χρειαζόταν κάτι άλλο, να του το πει και θα το εξασφαλίσει. Εκείνη την είχε κυριεύσει ο πόθος για ένα περιδέραιο, το οποίο τότε βρισκόταν στο ιερό της Αθηνάς Προναίας [3] και για το οποίο λεγόταν ότι υπήρξε της Εριφύλης.[4]  Αξίωνε λοιπόν να της γίνει αυτό το δώρο. Ο Φάυλλος λεηλάτησε και τα άλλα αναθήματα των Δελφών και ανάμεσά τους και το περιδέραιο. Όταν το κόσμημα έφτασε στο σπίτι του Αρίστωνος, για ένα χρονικό διάστημα η γυναίκα το φορούσε και έγινε γι’ αυτό το λόγο διαβόητη. Στη συνέχεια όμως της συνέβη κάτι παραπλήσιο με όσα έπαθε η Εριφύλη: ο νεότερος γιος της τρελάθηκε και έβαλε φωτιά στο σπίτι, καίγοντας τη μητέρα του και το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας τους.




[1] Στρατηγός των Φωκέων κατά τον Τρίτο Ιερό Πόλεμο (355-346 π.Χ.). Διαδέχτηκε σ’ αυτή τη θέση των αδελφό του Ονόμαρχο (που είχε διαδεχτεί νωρίτερα των αδερφό του Φιλόμηλο), ενώ όταν πέθανε, το αξίωμα ανέλαβε ο ανεψιός του Φάλαικος. Φαίνεται ότι η αρχιστρατηγία των Φωκέων είχε πάρει τη μορφή κληρονομικής εξουσίας, γεγονός που δικαιολογεί το χαρακτηρισμό του Φάυλλου ως τυράννου. Προκειμένου να καλύψουν τα μεγάλα έξοδα του πολέμου οι Φωκείς χρησιμοποίησαν τους θησαυρούς του μαντείου των Δελφών. Ο Φάυλλος κατηγορήθηκε ότι χάρισε ιερά αφιερώματα στη σύζυγο και τις ερωμένες του.
[2] Λαός που κατά την αρχαιότητα κατοικούσε στα νότια της Θεσσαλίας, κοντά στο όρος Οίτη, από το οποίο πήρε και την ονομασία του. Είχαν ιδιαίτερο Κοινό, διοικούνταν από τους βούλαρχους και τους ιεροθέτες, και είχαν κόψει αργυρά και χάλκινα νομίσματα. Διενεργούσαν συχνές επιδρομές στους γειτονικούς λαούς και το 371 π.Χ. κατέλαβαν την Ηράκλεια. Από το 280 έως το 162 π.Χ. υποτάχτηκαν στους Αιτωλούς και από το 162 έως το 146 π.Χ. στους Αχαιούς. Αργότερα το κράτος τους προσαρτήθηκε στο Κοινό των Θεσσαλών.
[3] Ιερό της Αθηνάς στους Δελφούς, που πήρε αυτή την ονομασία, επειδή το συναντούσε κανείς πριν φτάσει στο ναό του Απόλλωνα.
[4] Η Εριφύλη ήταν κόρη του Ταλαού, βασιλιά του Άργους, και της Λυσιμάχης, αδελφή του Άδραστου και γυναίκα του Αμφιάραου. Όταν ο μάντης Αμφιάραος αρνήθηκε να πάρει μέρος στην περίφημη εκστρατεία των Επτά κατά των Θηβών, επειδή προέβλεψε το θάνατό του, η Εριφύλη τελικά τον έπεισε να συμμετάσχει στον πόλεμο. Για να το κάνει είχε δωροδοκηθεί προηγουμένως από τον εξόριστο στο Άργος Πολυνείκη με ένα ωραίο περιδέραιο, το οποίο παλιότερα είχε προσφέρει ο Κάδμος, ιδρυτής της Θήβας, στη γυναίκα του Αρμονία. Στην εκστρατεία πράγματι ο Αμφιάραος σκοτώθηκε. Λέγεται ότι η Εριφύλη δωροδοκήθηκε και για δεύτερη φορά, κατά τον πόλεμο των Επιγόνων κατά της Θήβας, από το Θέρσανδρο, γιο του Πολυνείκη, προκειμένου να πείσει το γιο της Αλκμέωνα να πάρει μέρος στην καινούργια αυτή εκστρατεία. Αυτή τη φορά της δόθηκε ως δώρο ο πέπλος της Αρμονίας. Τελικά ο Αλκμέων, όταν τα πληροφορήθηκε όλα αυτά, σκότωσε την Εριφύλη και αφιέρωσε το περίφημο περιδέραιο και τον πέπλο στο μαντείο των Δελφών.