Αθηναίοι και Ίωνες: ιωνικότητα και ελληνικότητα κατά τον 5ο αιώνα π.Χ.

(Ναός του Πατρώου Απόλλωνος)

Γνωρίζουμε από τις πηγές ότι ελληνικοί πληθυσμοί, όπως οι Ίωνες, οι οποίοι είχαν αναμιχθεί πολιτιστικά και φυλετικά με στοιχεία της Ανατολής, αντιμετωπίζονταν ορισμένες φορές με καχυποψία. Οι Ίωνες περιγράφονται ενίοτε ως εκβαρβαρισμένοι και εκθηλυμένοι από την επαφή τους με τους βαρβάρους της Ασίας και η προκατάληψη αυτή σε βάρος των Ιώνων φαίνεται ότι ξεκινά ήδη από την αρχαϊκή εποχή με τον Ξενοφάνη, ο οποίος σχολιάζει τη μεταβολή στη μαλθακότητα των Ιώνων από την επαφή με τους Λυδούς και την πολυτέλεια της ζωής και της ενδυμασίας τους.[1] Ο Καλλίνος και ο Αρχίλοχος προέβλεψαν ή θρήνησαν την καταστροφή της Μαγνησίας, εξαιτίας της επιδίωξης του πλούτου και της ανατολίτικης χλιδής (Αθήν. 525C), ενώ ο Θέογνης στο στ. 1103 μιλά για την καταστροφή της Μαγνησίας, της Σμύρνης και της Κολοφώνος εξαιτίας της ύβρης. Πβ. και το σαρκασμό της αχαλίνωτης σεξουαλικής συμπεριφοράς της «λυδίζουσας» (ηὔδα δὲ λυδίζουσα) από τον Ιππώνακτα (απ. 92), ο οποίος αν και Εφέσιος εξορίστηκε στην Κολοφώνα. Η αρνητική αυτή στάση απέναντι στους Ίωνες εξηγεί για ποιο λόγο στο πεδίο της μουσικής η ιωνικότητα συντάσσεται με τον κόσμο των βαρβάρων και αντιτίθεται με τη δωρικότητα, η οποία εκφράζει καλύτερα την ελληνικότητα. Ομοίως στο πεδίο της ενδυμασίας ο δωρικός πέπλος είναι κατά κάποιο τρόπο πιο «ελληνικός» από τον ιωνικό χιτώνα.
Φαίνεται, ωστόσο, ότι η προκατάληψη εναντίον των Ιώνων κατά τον 5ο αιώνα εκπορευόταν κυρίως από δύο πηγές: 1) από τους Δωριείς αντιπάλους των Αθηναίων. 2) Από τους ίδιους τους Αθηναίους ή από κείμενα, τα οποία άντλησαν από αθηναϊκές πηγές, όπως λ.χ. ο Ηρόδοτος.
   1) Έχει υποστηριχθεί ότι η αντίθεση Δωριέων-Ιώνων αποτελεί μια ρητορική κατασκευή του 5ου αιώνα. Ένα από τα κύρια επιχειρήματα εδώ είναι ότι ο Θουκυδίδης μοιάζει να απορρίπτει τη συγγένεια ως πρόφαση για δράση που κρύβει βαθύτερα κίνητρα. Όπως όμως επισημαίνεται ορθώς, όσοι αγορεύουν στο Θουκυδίδη επικαλούμενοι τη συγγένεια προφανώς το κάνουν, επειδή θεωρούν ότι τα επιχειρήματά τους είναι (ή δυνητικά μπορεί να είναι) πειστικά. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα, όταν ο ρήτορας απευθύνεται σε μεγάλα ακροατήρια, όπως λ.χ. στο Θουκ. 6.76-80. Στην πραγματικότητα οι ενδοελληνικές εθνοτικές υποταυτότητες υπήρχαν ήδη πριν από την ανάδυση -κυρίως μετά τα Περσικά- μιας ενιαίας ελληνικής ταυτότητας, η οποία επιδίωκε να τις υποκαταστήσει, και κράτησαν σε μεγάλο βαθμό την εθνοτική τους πτυχή, παρά την πολιτικοποίησή τους στις συγκρούσεις μεταξύ Ελλήνων στον 5ο αιώνα. Ενίοτε, μάλιστα, η αντίθεση Ιώνων-Δωριέων χρησιμοποιείται στις πηγές, για να καλύψει το σύνολο του ελληνικού κόσμου, παρά την ύπαρξη και άλλων εθνοτικών υποομάδων, όπως οι Αιολείς. Βλ. λ.χ. Ηρόδ. 1.56.2, όπου, όταν ο Κροίσος ρωτά ποιοι είναι οι πιο ισχυροί Έλληνες, παίρνει την απάντηση ότι είναι οι Σπαρτιάτες και οι Αθηναίοι, εκ των οποίων οι πρώτοι είναι Δωριείς και οι δεύτεροι Ίωνες. Μέσα, λοιπόν, στο πλαίσιο αυτής της ενδοελληνικής αντίθεσης αναπτύχθηκε σταδιακά και κορυφώθηκε κατά τον 5ο αιώνα μια διαδεδομένη μεταξύ των Δωριέων περιφρόνηση των Ιώνων, η οποία εντεινόταν όσο αυξανόταν και η αμοιβαία εχθρότητα μεταξύ Σπάρτης και Αθήνας. Έτσι στις πηγές του 5ου αιώνα διακρίνουμε αναφορές που επισημαίνουν την ύπαρξη φυσικής εχθρότητας ανάμεσα στους Δωριείς και τους Ίωνες,[2] καθώς και αναφορές που τονίζουν την περιφρόνηση που έδειχναν οι Δωριείς προς τους Ίωνες κυρίως για την έλλειψη ανδρείας τους.[3] Επίσης οι Δωριείς θεωρούσαν τους Ίωνες ανελεύθερους δούλους, υποταγμένους σε διάφορους δυνάστες. Βλ. λ.χ. όσα λέει ο Συρακούσιος Ερμοκράτης, για να πείσει τους Δωριείς κατοίκους της Καμάρινας να μη συνεργαστούν με τους Αθηναίους κατά τη σικελική εκστρατεία των τελευταίων (Θουκ. 6.77.1-2): οὐ ξυστραφέντες βουλόμεθα προθυμότερον δεῖξαι αὐτοῖς ὅτι οὐκ Ἴωνες τάδε εἰσὶν οὐδ΄ Ἑλλησπόντιοι καὶ νησιῶται͵ οἳ δεσπότην ἢ Μῆδον ἢ ἕνα γέ τινα αἰεὶ μεταβάλλοντες δουλοῦνται͵ ἀλλὰ Δωριῆς ἐλεύθεροι ἀπ΄ αὐτονόμου τῆς Πελοποννήσου τὴν Σικελίαν οἰκοῦντες. Πβ. επίσης την ιστορία που καταγράφει ο Ξενοφών (Ελλ. 3.4.19, Αγησ. 1.28): ο Αγησίλαος έγδυσε τους Ίωνες αιχμαλώτους του από τα πολυτελή στολίδια τους, για να δουν οι στρατιώτες του το πόσο ασθενικά ήταν τα σώματά τους.

2) Οι ίδιοι οι Αθηναίοι φαίνονται σαν να υφίστανται έναν διχασμό προσωπικότητας όσον αφορά στην άποψή τους για τους Ίωνες. Από τη μια ήθελαν να φαίνονται ως κάτι διαφορετικό απ’ αυτούς, για να αντιμετωπίσουν τη σπαρτιατική προπαγάνδα, η οποία έτεινε να περικλείσει και τους Αθηναίους στο πλαίσιο της γενικότερης περιφρόνησης προς τους Ίωνες (βλ. το προηγούμενο χωρίο από το Θουκυδίδη). Από την άλλη η σχέση συγγένειας με τους Ίωνες ήταν ο θεμέλιος λίθος της αθηναϊκής ηγεμονίας στο Αιγαίο.
Μια σειρά από αθηναϊκές πηγές σχολιάζουν αρνητικά τους Ίωνες. Ο Αριστοφάνης θα διακωμωδήσει στις Θεσμοφοριάζουσες (160-163) τη χλιδή των Ιώνων. Στην Ειρήνη (930-933) θα σχολιάσει τη δειλία τους.[4] Στον Ηρόδοτο, στο έργο του οποίου η Ιωνία είναι ακριβώς η ζώνη επαφής μεταξύ Ελλήνων και Περσών, των δύο λαών, των οποίων η εχθρότητα αποτελεί το κεντρικό θέμα των Ιστοριών του, η βαρβαρίζουσα τάση των Ιώνων αποδίδεται στο γεγονός ότι αναμίχθηκαν φυλετικά με τους βαρβάρους (1.146).[5] Ο ιστορικός θεωρεί τους Ίωνες της Μ. Ασίας ένα ελληνοβαρβαρικό μίγμα από Άβαντες, Μινύες, Καδμείους, Δρύοπες, Φωκείς, Μολοσσούς, Αρκάδες Πελασγούς και Δωριείς (1.146.1-2). Ο Ηρόδοτος συνεχίζει (1.147) λέγοντας ότι οι Ίωνες δέχτηκαν ως βασιλείς βαρβάρους. Σημειώνει, μάλιστα, ότι στο παρελθόν αλλά και στην εποχή του ορισμένοι Αθηναίοι και κάποιοι άλλοι Ίωνες απέφευγαν το όνομα Ίωνες (1.143).[6]
Ωστόσο οι Ίωνες και το ιδεολόγημα της συγγένειας μ’ αυτούς ήταν ζωτικής σημασίας για την Αθήνα του 5ου αιώνα. Τα οφέλη από μια τέτοια σύνδεση μπορεί να είχαν ήδη διακρίνει οι Πεισιστρατίδες. Αλλά αυτός που φαίνεται ότι συνέλαβε πληρέστερα τις δυνατότητες που ανοίγονταν για την Αθήνα ήταν ο Θεμιστοκλής ή γενικά οι δημοκρατικοί. Το σχέδιο του προσεταιρισμού των Ιώνων ως αντίβαρο στη σπαρτιατική πίεση ο Θεμιστοκλής ίσως το είχε συλλάβει ήδη από τη δεκαετία 500-490 και η παράσταση της τραγωδίας Μιλήτου άλωσις από το Φρύνιχο μπορεί να αποτελεί μέρος μιας προσπάθειας του Θεμιστοκλή να εγείρει συναισθηματικά τους Αθηναίους υπέρ των Ιώνων και να πλήξει τους συντηρητικούς αντιπάλους του που ήταν υπεύθυνοι για την ανάκληση των αθηναϊκών πλοίων από τη Μίλητο. Ότι η σύλληψη από το Θεμιστοκλή του πιθανού ρόλου των Ιώνων σε μια αθηναϊκή ηγεμονία προηγείται των Περσικών φαίνεται και από ένα άλλο επεισόδιο: σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (8.62) την παραμονή της μάχης στη Σαλαμίνα ο Θεμιστοκλής απείλησε ότι οι Αθηναίοι θα μεταναστεύσουν στη Σίρη της Ιταλίας, η οποία είναι από καιρό δική τους και για την οποία οι χρησμοί προβλέπουν ότι πρέπει να ιδρύσουν μια αποικία. Στην πραγματικότητα η Σίρις ήταν αποικία των Ιώνων Κολοφωνίων, η οποία είχε καταστραφεί πριν από 50 χρόνια. Συνεπώς ο Θεμιστοκλής πρέπει να επικαλείται μια «πανιωνική» ταυτότητα, η οποία επιτρέπει στους Αθηναίους να εκμεταλλευτούν τη συγγένεια, για να καρπωθούν μια ιωνική αποικία. Στη διάρκεια των Περσικών Πολέμων ο Θεμιστοκλής, με ένα σχέδιο που από ορισμένες απόψεις μπορεί να χαρακτηριστεί ως καταχθόνιο, προσπάθησε επανειλημμένα να αποσπάσει τους Ίωνες από το περσικό στράτευμα, με μερική όμως μόνο επιτυχία.[7] Μόνο στη ναυμαχία της Μυκάλης οριστικά οι Ίωνες τάσσονται με το πλευρό των άλλων Ελλήνων και γίνονται δεκτοί στην ελληνική συμμαχία.[8]
Αυτή η καθυστέρηση των Ιώνων να συνταχθούν ξεκάθαρα με την ελληνική πλευρά φαίνεται ότι είχε αρνητικό αντίκτυπο στην Αθήνα, μολονότι βέβαια οι Ίωνες ήταν εν μέρει δικαιολογημένοι, αφού ήταν υπόδουλοι μιας πανίσχυρης δύναμης. Ήδη ο Θεμιστοκλής (Ηρόδ. 8.22), όταν προσπάθησε, πριν από τη ναυμαχία του Αρτεμισίου, να προσεταιρισθεί τους Ίωνες, τους έγραψε ότι δεν έπρατταν σωστά που στράφηκαν εναντίον των πατέρων τους. Είναι πολύ χαρακτηριστική σ’ αυτό το χωρίο η συνύπαρξη της παρατήρησης ότι οι Ίωνες στρέφονται εναντίον συγγενών τους με την υπενθύμιση ότι οι Αθηναίοι ενεπλάκησαν σε πόλεμο με τους Πέρσες εξαιτίας των Ιώνων. Η ίδια κατηγορία αντηχεί ακόμη και στα τέλη του 5ου αιώνα Έτσι λ.χ. στο Θουκυδίδη (6.82.4-6.83.1) ο Αθηναίος απεσταλμένος στις Συρακούσες Εύφημος μιλώντας για τους Ίωνες συνδυάζει εναντίον τους κατηγορίες για δειλία, εύκολη υποταγή στους Πέρσες και επίθεση σε συνεργασία με τον κατακτητή εναντίον της μητρόπολης.[9]
Ο διχασμός της στάσης των Αθηναίων απέναντι στους συγγενείς και συμμάχους Ίωνες και η προσπάθεια αντιμετώπισης της δωρικής προπαγάνδας μπορούσε να λυθεί μόνο με την προβολή μιας πολύ διαφορετικής ιδέας, της αθηναϊκής αυτοχθονίας, η οποία αποτελούσε ένα αντίπαλο δέος απέναντι στην ιστορία της δωρικής εισβολής.[10] Τα δύο θέματα, της ιωνικής καταγωγής και της αυτοχθονίας, συμπλέκονται στον Ίωνα του Ευριπίδη, όπου ο ήρωας αποδεικνύεται αυτόχθων Αθηναίος και συνάμα ιδρυτής του ιωνικού έθνους.[11] Εκεί ο Ευριπίδης αντλεί από την παράδοση του αποικισμού, για να ξαναγράψει τις αυτόχθονες καταβολές των Αθηναίων: ο Απόλλων Πατρώος, πρόγονος και των Αθηναίων και των Ιώνων, βιάζει την αυτόχθονα Κρέουσα, γεννώντας τον Ίωνα. Το έργο τοποθετείται στους Δελφούς, τον ομφαλό της αποικιστικής δραστηριότητας. Έτσι κατά κάποιο τρόπο οι Αθηναίοι εμφανίζονται διαφορετικοί από τους Ίωνες, ταυτόχρονα όμως και ιδρυτές του «έθνους» τους.[12] Είναι πρόγονοί τους, αλλά δεν είναι οι ίδιοι οι Ίωνες. Δεν είναι αυτοί που κατάγονται από τους Ίωνες, αλλά το αντίστροφο.[13] Η αυτοχθονία υπηρετεί το σκοπό του επαναπροσδιορισμού της σχέσης της Αθήνας με τις πόλεις της συμμαχίας της, καθώς περιγράφει την απώτερη καταγωγή των Αθηναίων ως μη ιωνική, μολονότι οι ίδιοι προσπαθούσαν να παρουσιάσουν τους εαυτούς τους ως φυσικούς ηγέτες των Ιώνων στη βάση της κοινής καταγωγής.
Γενικά μπορούμε να υποθέσουμε ότι στη διάρκεια του 5ου αιώνα η συναισθηματική ταύτιση των Αθηναίων με τους Ίωνες συγγενείς τους ποίκιλλε ανάλογα με τις περιστάσεις και ότι η έμφαση στην ιωνικότητα ή την αυτοχθονία διέφερε ανάλογα με τις ανάγκες. Ως πρώτο δείγμα αντιιωνικών συναισθημάτων στην Αθήνα έχει προβληθεί η αντικατάσταση των 4 ιωνικών φυλών με 10 καινούργιες από τον Κλεισθένη στα τέλη του 6ου αιώνα, οι οποίες είχαν ως Επωνύμους δέκα τοπικούς ήρωες (εκτός του Σαλαμίνιου Αίαντα). Για τον Ηρόδοτο (6.131.1) η αλλαγή αυτή του παλαιού συστήματος των ιωνικών φυλών αποτελεί ουσιαστικά την έναρξη του δημοκρατικού πολιτεύματος στην Αθήνα. H θέση αυτή συμπληρώνεται με τη δήλωση του Ηροδότου (5.69) ότι ο Κλεισθένης μιμήθηκε τον ομώνυμο Σικυώνιο παππού του στην περιφρόνηση που έδειξε εκείνος αντίστοιχα για τους Δωριείς. Αλλά είναι γεγονός ότι οι τέσσερεις παλιές φυλές εξακολουθούσαν να υπάρχουν στα τέλη του 5ου αιώνα ως λατρευτικές ενότητες στο πλαίσιο της παλιάς τελετής των Συνοικίων. Ο Αριστοτέλης, Αθ. πολ. 8.3, 41.2, 57.4 μας πληροφορεί ότι οι φυλετικοί βασιλείς (φυλοβασιλείς) των παλαιών φυλών διατήρησαν κάποιες από τις λειτουργίες τους, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τα επιγραφικά δεδομένα. Τα Απατούρια, η κυρίως ιωνική από τις γιορτές, συνέχισαν να τελούνται με ζήλο στην Αθήνα.[14] Αυτό υπονοεί ότι το κίνητρο κατάργησής τους από τον Κλεισθένη αφορούσε στο πολιτικό επίπεδο μόνο και προφανώς σχετιζόταν με τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις του.[15]
Στις αρχές του 5ου αιώνα οι Αθηναίοι ανταποκρίθηκαν στην έκκληση των Ιώνων για βοήθεια στην επανάστασή τους, κι ας μην ήταν ακόμη η πόλη τους μεγάλη ναυτική δύναμη, εκθέτοντας τον εαυτό τους στη μήνη των Περσών. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την παθιασμένη αντίδραση τους στην παράσταση της Μιλήτου αλώσεως του Φρυνίχου το 494 π.Χ. φαίνεται να υποδηλώνει μια έντονη συμπάθεια των Αθηναίων για τους Ίωνες κατά τη δεκαετία 500-490 π.Χ. Το ίδιο μπορούμε να υποθέσουμε και για τη δεκαετία 480-470, αφού οι Αθηναίοι δέχτηκαν να αναλάβουν την προστασία του Ιώνων από τις περσικές επιθέσεις στη βάση της συγγένειας. Η συναισθηματική σύνδεση των Αθηναίων με τους Ίωνες αρχίζει να αλλάζει προς το αρνητικό προπάντων μετά τις αποστασίες των ιωνικών πόλεων στη δεκαετία 470-460.   
Γενικά στην Αθήνα του 5ου αιώνα αναδύεται μια νέα έννοια της ιωνικότητας, η οποία συνδέεται με τη δημοκρατία, την ισότητα, αλλά και την ηγεμονία της Αθήνας και προωθείται ενεργητικά με τη μορφή του Ίωνα και την αυτοχθονία που τον συνοδεύει. Αντίθετα η παλαιά ιωνικότητα ήταν συνδεμένη
α) με την επίδραση των ανατολικών πολιτισμών κυρίως στους Έλληνες της Μ. Ασίας και προπάντων με την υπερτοπική αντίληψη της αριστοκρατίας τους, η οποία προσπαθούσε να δημιουργήσει για τον εαυτό της μια σύνδεση με τις ανατολικές μοναρχίες και να αυξήσει τη διεθνή επιρροή της, ακόμη και μέσω επιγαμιών με τους ξένους. Πρόκειται ακριβώς γι’ αυτούς που ο Ανακρέων (απ. 481 Page) αποκαλούσε υποτιμητικά «λυδοπαθείς». Η πολυτέλεια και η χλιδή ήταν αποδεκτά και επιθυμητά στην αριστοκρατία της αρχαϊκής εποχής, όταν ο πλούτος και η κατανάλωσή του συμβόλιζαν το κύρος του αριστοκράτη και δεν αποτελούσαν εμπόδιο για την επίδειξη ανδρείας. Αυτά τα στοιχεία, όμως, έγιναν αντικείμενα απαξίωσης, όταν οι Ίωνες ηττήθηκαν από τους Πέρσες και οι Πέρσες από τους Έλληνες της κυρίως Ελλάδας.
β) Επιπλέον η παλαιά ιωνικότητα συνδεόταν με της προσπάθειες τις αθηναϊκής αριστοκρατίας κατά την αρχαϊκή εποχή να συνδεθεί με την ιωνική για λόγους κύρους. Αυτή ακριβώς η γεμάτη χλιδή ιωνικότητα της παλιάς αριστοκρατίας είναι που αποδοκιμάζεται με την αλλαγή της ενδυμασίας των Αθηναίων ανδρών και την εγκατάλειψη της πολυτελούς ιωνικής φορεσιάς.[16]
 Κλείνοντας πρέπει εντούτοις να σημειώσουμε ότι στο τελευταίο τέταρτο του 5ου αιώνα μπορεί να επισημανθεί μια νέα στροφή των Αθηναίων προς μια έμφαση των ιωνικών τους συνδέσεων, ίσως επειδή ο Πελοποννησιακός Πόλεμος δημιουργούσε νέες πιέσεις για την Αθήνα. Ο εξαγνισμός της Δήλου και η αναδιοργάνωση της αρχαίας ιωνικής γιορτής των Δηλίων (Θουκ. 3.104), ο Ιών του Ευριπίδη πιθανώς είναι μάρτυρες αυτής της νέας τάσης. Σ’ αυτούς μπορεί να προστεθεί και η σταδιακή καθιέρωση του ιωνικού αλφαβήτου που οριστικοποιήθηκε στο τέλος του αιώνα, καθώς και ο σταδιακός «εξιωνισμός» της αττικής διαλέκτου από την ίδια περίοδο και μετά: ο πόλεμος αποκτά και γλωσσικό μέτωπο.[17] Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο η υιοθέτηση του ιωνικού αλφαβήτου μπορεί να θεωρηθεί μια παραγλωσσική πράξη διαφοροποίησης από τους νικητές Δωριείς. Αυτό δε σημαίνει, βέβαια, ότι έλειψαν αυτόματα τα αρνητικά σχόλια απέναντι στους Ίωνες: τα σκώμματα του Αριστοφάνη σε βάρος τους[18] και η δήλωση του Αθηναίου απεσταλμένου στις Συρακούσες Εύφημου (6.82.4-6.83.1) για τη δειλία των Ιώνων πέφτουν ακριβώς σ’ αυτή την περίοδο.

---------------------------------------------------------------------------------------

[1] Ξενοφάνης απ. Β3 West. H τυραννία, για την οποία θρηνεί ο Ξενοφάνης σ’αυτό το απόσπασμα, μπορεί να αποτελούσε μια αντίδραση ενάντια στις λυδίζουσες τάσεις των αριστοκρατών της πόλης. 

[2] Βλ. π.χ. Θουκ. 4.60.1, 4.61.3, 6.82.2 κ.α. 

[3] Βλ. π.χ. Θουκ. 5.9.1, 7.5.4, 1.124.1, 8.25.3 κ.α. Στον Ηρόδ. 4.142 παρόμοια περιφρόνηση δείχνουν οι Σκύθες για τους Ίωνες, τους οποίους θεωρούν τους πιο δειλούς από τους ελεύθερους ανθρώπους και τους πιο πιστούς από τους δούλους. 

[4] Βλ. επίσης Αριστοφ., Εκκλ. 918, απ. 543 Kock, Καλλίας απ. 5 Kock, Ερμιππος απ. 58 Kock, Αντιφάνης απ. 91 Kock. 

[5] Πβ. Παυσ. 7.2.5 για τον αποικισμό της Μιλήτου. 

[6] Υπάρχει μια δόση προκατάληψης του Ηροδότου απέναντι στους Ίωνες της Μ. Ασίας και την ιωνική επανάσταση, γεγονός δυσεξήγητο, αφενός επειδή η πατρίδα του Αλικαρνασσός, αν και δωρική πόλη (Ηρόδ. 1.144.2, 2.178, 7.99), είχε υιοθετήσει την ιωνική διάλεκτο και το ιωνικό αλφάβητο, αφετέρου επειδή οι Ίωνες θα αποτελούσαν ένα μεγάλο μέρος του ακροατηρίου του στην Αθήνα και τους Θουρίους. Η στάση του αυτή έχει ερμηνευτεί κατά καιρούς με διάφορους τρόπους: ως γενικότερη δωρική προκατάληψη του ιστορικού απέναντι στους μικρασιάτες Ίωνες: ως καθαρά προσωπική αντιπάθεια: ως αποτέλεσμα της ηθικής του στάσης, η οποία έβλεπε στους Ίωνες τους δειλούς που προτίμησαν τη δουλεία από τη μάχη για την ελευθερία: ως μέρος της καλλιτεχνικής του πρόθεσης να παρουσιάσει τους Ίωνες ως το αντίστροφο παράδειγμα εκείνων που στην κυρίως Ελλάδα αντιστάθηκαν με ηρωισμό στους Πέρσες (ειδικά σε αντίθεση με τους συγγενείς τους Αθηναίους που δε δίστασαν να εγκαταλείψουν την πόλη τους): ως οφειλόμενη στις πηγές του, κυρίως τους Αλκμεωνίδες, οι οποίοι υποτίθεται ότι είχαν αντιιωνικά αισθήματα, λόγω των φιλικών τους σχέσεων με τους Πέρσες πριν και μετά την εποχή της Ιωνικής Επανάστασης (Ηρόδ. 5.73, 6.121) και της αντιπαλότητάς τους προς τον Πεισίστρατο, ο οποίος προωθούσε την ιωνική ενότητα με επικεφαλής την Αθήνα (βλ. Ηρόδ. 1.64, Θουκ. 3.104). Βλ. τη σχετική συζήτηση στο Maddoli 1979 (για το Ηρόδ. 1.143), Alty 1982, 11 κ.εξ. Ίσως ο Ηρόδοτος, ο οποίος σίγουρα γνώριζε ότι οι Ίωνες τουλάχιστον από τις αρχές του 6ου αιώνα θεωρούνταν μέλος της οικογένειας του Έλληνος, συνειδητά προσπαθεί στο 1.143 να υπονομεύσει το κριτήριο της καταγωγής ως αποκλειστικό αποδεικτικό στοιχείο μετοχής στο «Ελληνικόν», εισάγοντας πολιτιστικά-θρησκευτικά κριτήρια, όπως φαίνεται στο 1.147. Η θέση αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι ο ιστορικός φαίνεται να αρέσκεται στο να οδηγεί στα άκρα τους διάφορους μύθους καταγωγής. Έτσι αλλού (6.53-6.54) ισχυρίζεται ότι οι πραγματικοί πρόγονοι των Ηρακλειδών βασιλιάδων των Δωριέων ήταν μέσω της Δανάης, κόρης του Ακρίσιου, καθαρόαιμοι Αιγύπτιοι. Πβ. 2.43 για μια ανάλογη δήλωση για τον ίδιο τον Ηρακλή. Πβ. την υπονόμευση εκ μέρους του της αυτοχθονίας των Αθηναίων με την αναφορά σε αθηναϊκές οικογένειες με αλλότρια καταγωγή (5.65, Πεισιστρατίδες από την Πύλο), 5.57 (οι Γεφυραίοι από τη Βοιωτία), 6.35 (οι Φιλαΐδες από την Αίγινα) κ.ο.κ. Όπως κι αν έχει, ο αρνητικός του σχολιασμός στο 1.143 δεν μπορεί να αποδοθεί εύκολα μόνο στους Αλκμεωνίδες πληροφοριοδότες του, αφού έτσι μένει ανεξήγητη η φράση «οι πολλοί». 

[7] Βλ. λ.χ. Ηρόδ. 6.22, 8.19, 8.22, 8.85, 8.90, 8.46, 8.82. 

[8] Ηρόδ. 9.103-9.106. Βλ. όμως και για την περίοδο πριν από τη Μυκάλη Ηρόδ. 8.132, 9.90. 

[9] Πβ. επίσης Ηρόδ. 6.12.3 (οι Ίωνες προτίμησαν την υποταγή από την κουραστική εκγύμναση). Οι Ίωνες θα μπορούσαν να είχαν ξεφύγει (1.170.2, 1.164) ή να συμμαχήσουν (1.170.3). Αυτό ακριβώς έκανε η Αθήνα (7.144.2, 7.139). Η περιφρόνηση προς τους Ίωνες μπορεί να πήγαζε από την αποτυχία τους να αντισταθούν στους κατακτητές τους Λυδούς και Πέρσες και οι Αθηναίοι ουσιαστικά υιοθέτησαν τη δωρική προκατάληψη έναντι των Ιώνων. 

[10] Η έννοια της αυτοχθονίας των Αθηναίων έχει αρνητικές συνδηλώσεις απέναντι στους Δωριείς Σπαρτιάτες, οι οποίοι θεωρούνταν στην Ελλάδα περιπλανώμενοι νεοαφιχθέντες. 

[11] Οι έννοιες της ιωνικότητας και της αυτοχθονίας των Αθηναίων αναπτύχθηκαν τον 5ο αιώνα σε αντίθεση με την έννοια της δωρικής καταγωγής των Σπαρτιατών. Σ’ αυτήν την παρατήρηση θα προσθέταμε και την αντίθεση των εννοιών της αυτοχθονίας και της ιωνικότητας μεταξύ τους. 

[12] Στην πραγματικότητα στον Ίωνα του Ευριπίδη ακόμη και ο Δώρος και ο Αχαιός, οι επώνυμοι των αντίστοιχων ελληνικών «εθνών», είναι γιοι του Ξούθου από την Κρέουσα, με αποτέλεσμα να έχουν αθηναϊκή καταγωγή (1589 κ.εξ.). Έτσι οι αυτόχθονες Αθηναίοι γίνονται «πρόγονοι» σχεδόν όλων των Ελλήνων σε μια εμφανή προπαγανδιστική προσπάθεια του Ευριπίδη να θεμελιώσει μυθικά την προτεραιότητα της πόλης του. Οι πόλεις της δωρικής πεντάπολης (Κως, Κνίδος, Λίνδος, Κάμιρος, Ιαλυσός) ήταν πιθανώς από την αρχή μέλη της συμμαχίας. Το όνομα του πατέρα τού Ξούθου, Αίολος, φαίνεται να παραπέμπει στις μη ιωνικές πόλεις της συμμαχίας, όπως τη Λέσβο, η οποία επαναστάτησε εναντίον της Αθήνα το 428 και 411 π.Χ. 

[13] Η συμβολική απόρριψη της ιωνικής καταγωγής των Αθηναίων υπάρχει στο μύθο του αγώνα μεταξύ Αθηνάς και Ποσειδώνα για την κυριαρχία στην Αττική. Ο Ποσειδώνας ήταν ο προστάτης των Ιώνων και η ευνοϊκή υπέρ της Αθηνάς κρίση του βασιλιά της πόλης Κέκροπα αντικατοπτρίζει στο συμβολικό επίπεδο την επιλογή της αυτοχθονίας έναντι της ιωνικής καταγωγής. (Μπορούμε εδώ να παραλληλίσουμε την προτεραιότητα που απέκτησε ο Απόλλων Πατρώος στη Δήλο ως θεός-προστάτης της συμμαχίας έναντι του Ποσειδώνα). Υπήρχε συμβολική σύνδεση ανάμεσα στην ελιά της Αθηνάς και την αυτοχθονία του αττικού λαού, αν και υπάρχουν βεβαίως και αυτοί που βλέπουν στο συγκεκριμένο μύθο ένα αίτιο για την πατριαρχία ή τον αποκλεισμό των γυναικών από την πολιτική στην Αθήνα (Αυγουστ., De civit. dei 18.9.1: οι Αθηναίες ήταν που έδωσαν τη νίκη στην Αθηνά, αλλά τους αφαιρέθηκαν τα πολιτικά δικαιώματα). 

[14] Στα Απατούρια Ίωνες και Αθηναίοι λάτρευαν τον Απόλλωνα Πατρώο ως κοινό τους πρόγονο (Ηρόδ. 1.147, Διόδ. 16.57.4, Πλάτων 302 CD). Μέσω του Πατρώου Απόλλωνος οι σχέσεις Ιώνων και Αθηναίων τίθενται σε οικογενειακή βάση και τα μέλη αυτής της οικογένειας καλούνται αδέρφια που οργανώνονται σε φρατρίες (αδελφότητες). Κάθε χρόνο στην εορτή των Απατουρίων οι μέλλοντες Αθηναίοι πολίτες εγγράφονταν στις φρατρίες από τους πατέρες τους. 

[15] Νομίζω ότι μπορούμε να εμπιστευθούμε τον Αριστοτέλη, Αθην. πολ. 20-21, όταν υποστηρίζει ότι ο Κλεισθένης αναδιοργάνωσε το φυλετικό σύστημα, για να αναμίξει το λαό και να καταργήσει τις διακρίσεις. Πβ. 1319b19-27. 

[16] Η θεώρηση που αναπτύσσεται εδώ ταιριάζει με τη γενικότερη ότι ο σταδιακός εξισωτισμός που επικράτησε στις ελληνικές πόλεις κατά τον 7ο και 6ο αιώνα με τη συνακόλουθη ιδεολογική του έμφαση στον πατριωτισμό στο πλαίσιο της πόλης, τη μετριοπάθεια και την αυτοσυγκράτηση, επικράτησε σε βάρος της εναλλακτικής ιδεολογίας που εκθείαζε τον ελιτισμό, τη χλιδή και ήταν προσανατολισμένη προς την Ανατολή, προκειμένου να αντλήσει πρότυπα ηθικής και πολιτικής συμπεριφοράς. 

[17] Από την άλλη ο γλωσσικός συντηρητισμός των Σπαρτιατών μπορεί εν μέρει να προβαλλόταν συνειδητά από τη Σπάρτη ως μέρος μιας διακριτής λακωνικής ταυτότητας και διάκρισης των Σπαρτιατών ως των αληθινών Δωριέων της Πελοποννήσου. 

[18] Σε αντίθεση με την τραγωδία, η πολιτική κωμωδία κατά την εποχή του Πελοποννησιακού Πολέμου υιοθετεί αναφανδόν τους αττικισμούς που απέφευγε η τραγωδία και διακωμωδεί τον ιωνικό χρωματισμό στη γλώσσα της τελευταίας. Πέρα από την τάση της κωμωδίας προς το γλωσσικό ρεαλισμό και την προσπάθειά της να διαχωριστεί από τα παραδοσιακά λογοτεχνικά πρότυπα, μπορούμε να υποψιαστούμε εδώ και ένα πιθανό πολιτικό κίνητρο: σε μια εποχή που οι Ίωνες σύμμαχοι είχαν αποσκιρτήσει μπορεί ο αττικισμός για κάποιους να εκλαμβανόταν ως πράξη πατριωτισμού. Πβ. την υπερηφάνεια για την αττική διάλεκτο που κρύβει η προτροπή προς τους μη Αθηναίους κωπηλάτες στο Θουκ. 7.63.3: οἳ τέως Ἀθηναῖοι νομιζόμενοι καὶ μὴ ὄντες ἡμῶν τῆς τε φωνῆς τῇ ἐπιστήμῃ καὶ τῶν τρόπων τῇ μιμήσει ἐθαυμάζεσθε κατὰ τὴν Ἑλλάδα. Στους Δήμους του Εύπολη (πβ. Αριστοφ., Βάτρ. 678-681) ένας δημαγωγός αποκηρύσσεται, επειδή μιλά στην αττική διάλεκτο, μόνο και μόνο, για να γίνει κοινωνικά αποδεκτός. Το ίδιο κίνητρο μπορεί να κρύβεται και πίσω από την πληροφορία του Αίλιου Διονύσιου (Αττ. ονόμ., λήμμα σίγμα) ότι ο Περικλής ήταν ο πρώτος αττικός ρήτωρ που υιοθέτησε την προφορά με -ττ- στις δημόσιες ομιλίες του (πβ. Πλάτων κωμ. απ. 30 Kock).