Οι ποταμοί Λυκόρμας (Εύηνος), Μαίανδρος, Μαρσύας και Στρυμών



Λυκόρμας (Εύηνος) [1]
(Πλούταρχος, Περί ποταμών 8)

Ο Λυκόρμας είναι ποταμός της Αιτωλίας. Μετονομάστηκε σε Εύηνος για την εξής αιτία: ο Ίδας, ο γιος του Αφαρέως, από ερωτική επιθυμία άρπαξε την Μάρπησσα και την έφερε στην Πλευρώνα. Ο Εύηνος, όταν πληροφορήθηκε τι είχε συμβεί, άρχισε να καταδιώκει τον άνθρωπο που επιβουλεύθηκε την κόρη του. Σαν έφτασε στην περιοχή του Λυκόρμα, έχοντας χάσει τις ελπίδες του να τον συλλάβει, ρίχτηκε στο ποτάμι, το οποίο μετονομάστηκε από αυτόν σε Εύηνος.[2]
            Στο ποτάμι αυτό φύεται ένα βοτάνι <που ονομάζεται σάρισα>, επειδή μοιάζει με λόγχη. Είναι άριστο φάρμακο για την αμβλυωπία, <όπως ιστορεί ο Αρχέλαος στο πρώτο βιβλίο του Περί ποταμών>.[3]
            Πλάι στο ποτάμι βρίσκεται ένα βουνό που ονομάζεται Μύηνον, από τον Μύηνο, γιο του Τελέστορος και της Αλφεσιβοίας. Ο Μύηνος, επειδή η μητριά του ήταν ερωτευμένη μαζί του, αποσύρθηκε στο Άλφιον όρος, καθώς δεν ήθελε να μολύνει το κρεβάτι του πατέρα του.[4] Ο Τελέστωρ, όμως, παρασυρμένος από ζήλια για τη γυναίκα του, κίνησε για την ερημιά μαζί με τους λογχοφόρους του, για να συλλάβει το παιδί του. Ο Μύηνος, προλαμβάνοντας τις απειλές του πατέρα του, έριξε τον εαυτό του στον γκρεμό. Έτσι το βουνό, με των θεών τη θέληση, μετονομάστηκε από αυτόν σε Μύηνον.
            Στο βουνό αυτό φύεται ένα λουλούδι το λευκόιον, το οποίο, αν ακουστεί το όνομα της μητριάς, μαραίνεται, όπως ιστορεί ο Δέρκυλλος στο τρίτο βιβλίο του Περί ορών


Μαίανδρος
(Πλούταρχος, Περί ποταμών 9)
Ο Μαίανδρος είναι ποταμός της Ασίας. Παλαιότερα καλούνταν Αναβαίνων, γιατί μόνος αυτός από όλους τους ποταμούς ξεκινώντας από τις δικές του πηγές παλινδρομεί στον εαυτό του.[5] Προσαγορεύτηκε Μαίανδρος από τον Μαίανδρο, γιο του Κερκάφου και της Αναξιβίας.[6] Αυτός, όταν πολεμούσε με τους Πεσσινουντίους,[7] υποσχέθηκε στην Μητέρα των θεών, αν επικρατήσει και νικήσει, να θυσιάσει τον πρώτο που θα τον συγχαρεί για τα ανδραγαθήματά του, καθώς θα κουβαλά τα τρόπαιά του. Επιστρέφοντας ο προαναφερθείς από τον πόλεμο, τον συνεχάρη πρώτος, συναντώντας τον, ο γιος του Αρχέλαος, μαζί με τη μητέρα και την αδερφή του. Ο Μαίανδρος θυμήθηκε την ευλαβική υπόσχεσή του προς τη θεά που προαναφέρθηκε και αναγκαστικά οδήγησε τους συγγενείς του στους βωμούς. Από τη στεναχώρια του για όσα έπραξε έριξε τον εαυτό του στον ποταμό Αναβαίνοντα, ο οποίος ονομάστηκε από αυτόν Μαίανδρος, όπως ιστορεί ο Τιμόλαος στο πρώτο βιβλίο των Φρυγιακών. Τα ίδια μνημονεύει και ο Αγαθοκλής ο Σάμιος στην Πεσσινουντίων πολιτεία.
            Ο Δημόστρατος, όμως, από την Απάμεια αφηγείται την εξής ιστορία: όταν ο Μαίανδρος χειροτονήθηκε στρατηγός εναντίον των Πεσσινουντίων και πήρε τη νίκη παρ’ ελπίδα, μοίρασε στους στρατιώτες τα αναθήματα της Μητέρας των θεών. Με σχέδιο της θεάς έχασε αιφνίδια τα λογικά του και σκότωσε την γυναίκα και το γιο του. Μετά από λίγο, όταν ανέκτησε τα λογικά του και μετάνιωσε για όσα είχε πράξει, έριξε τον εαυτό του στο ποτάμι που μετονομάστηκε από αυτόν σε Μαίανδρος.
            Στο ποτάμι βρίσκεται ένας λίθος που κατ’ αντίφραση ονομάζεται σώφρων, τον οποίο αν τον τοποθετήσεις στο στήθος κάποιου, τρελαίνεται και σκοτώνει έναν από τους συγγενείς του.[8] Αν εξευμενίσει τη Μητέρα των θεών, απαλλάσσεται από το πάθος, όπως ιστορεί ο Δημάρατος στο τρίτο βιβλίο του Περί ποταμών. Τα ίδια αναφέρει και ο Αρχέλαος στο πρώτο βιβλίο του Περί λίθων.    
            Κοντά στο ποτάμι βρίσκεται το όρος Σίπυλος, το οποίο πήρε το όνομά του από τον Σίπυλο, γιο του Αγήνορος και της Διωξίππης.[9] Αυτός, αφού σκότωσε τη μητέρα του κατά λάθος και καταδιωκόμενος από τη μανία των Ερινυών, έφτασε στο Κεραύνιο όρος και από την υπερβολική του λύπη τέλειωσε τη ζωή του κρεμασμένος. Το βουνό με την πρόνοια των θεών πήρε ονομάστηκε από αυτόν Σίπυλος.
            Στο βουνό αυτό υπάρχει ένας λίθος που μοιάζει με κύλινδρο, τον οποίο, όταν τον βρουν οι ευσεβείς γιοι, τον αποθέτουν στο τέμενος της Μητέρας των θεών και δεν αμαρτάνουν ποτέ από ασέβεια, αλλά αγαπούν τους γονείς τους και συμπάσχουν με τους συγγενείς τους, όπως ιστορεί ο Αγαθαρχίδης στο τέταρτο Περί λίθων βιβλίο. Με ακόμη μεγαλύτερη ακρίβεια τα μνημονεύει αυτά και ο Δημάρατος στο τέταρτο βιβλίο του για τη Φρυγία.

        
 Μαρσύας
(Περί ποταμών 10)
Ο Μαρσύας είναι ποταμός της Φρυγίας που βρίσκεται κοντά στην πόλη των Κελαινών.[10] Προηγουμένως ονομαζόταν Πηγή του Μίδα για τον εξής λόγο: ο Μίδας[11], ο βασιλιάς των Φρυγών, τριγυρνώντας στις πιο έρημες περιοχές της χώρας και ταλαιπωρημένος από την έλλειψη νερού, ακούμπησε τη γη και αναπήδησε χρυσή πηγή με χρυσό νερό. Όντως διψασμένος ο ίδιος και καθώς οι ακόλουθοί του ήταν στεναχωρημένοι, επικαλέστηκε τον Διόνυσο. Ο θεός τον άκουσε και έκανε να αναβλύσει άφθονο νερό. Αφού χόρτασαν οι Φρύγες, ο Μίδας ονόμασε το ποτάμι που άρχισε να κατηφορίζει από τα νερά της κρήνης Πηγή του Μίδα. Άλλαξε όνομα σε Μαρσύας για την ακόλουθη αιτία: όταν ο Μαρσύας[12] νικήθηκε από τον Απόλλωνα και εκείνος τον έγδαρε, από το αίμα που κύλησε γεννήθηκαν  Σάτυροι και ένας ποταμός που πήρε το όνομα του Μαρσύα, όπως ιστορεί ο Αλέξανδρος Κορνήλιος στο τρίτο βιβλίο των Φρυγιακών.  
            Ο Ευημερίδας από την Κνίδο, πάλι, μνημονεύει την ακόλουθη ιστορία: ο ασκός από το δέρμα του Μαρσύα, φθαρμένος και χαλασμένος από τον χρόνο έπεσε από το έδαφος στην κρήνη του Μίδα και κατηφορίζοντας σιγά-σιγά έφτασε μπροστά σε έναν ψαρά. Σύμφωνα με εντολή χρησμού ο Πεισίστρατος ο Λακεδαιμόνιος έχτισε κοντά στα λείψανα του Σατύρου μια πόλη που την ονόμασε από το περιστατικό Νόρικον, γιατί οι Φρύγες στη γλώσσα τους τον ασκό τον αποκαλούν νόρικον.[13]
            Σ’ αυτό το ποτάμι φύεται ένα βοτάνι που ονομάζεται αυλός και αν το σείσει κανείς προς τη φορά του ανέμου βγάζει μουσική μελωδία, όπως ιστορεί ο Δέρκυλλος στο πρώτο βιβλίο των Σατυρικών.
            Εκεί κοντά είναι και ένα βουνό που καλείται Βερεκύνθιον, το οποίο πήρε το όνομά του από τον Βερέκυνθο, τον πρώτο ιερέα της Μητέρας των θεών.
            Στο βουνό αυτό παράγεται ένας λίθος με το όνομα μάχαιρα που μοιάζει πολύ με τον σίδηρο. Αυτόν, αν τον βρει κανείς τον καιρό που τελούνται τα μυστήρια της θεάς, τρελαίνεται, όπως ιστορεί ο Αγαθαρχίδης στα Φρυγιακά.[14]

 Στρυμών
(Περί ποταμών 11)
Ο Στρυμών είναι ποταμός της Θράκης κοντά στην πόλη Ηδωνίδα.[15] Παλαιότερα ονομαζόταν Παλαιστίνος από τον Παλαιστίνο, γιο του Ποσειδώνα. Αυτός, πολεμώντας με τους γειτονικούς πληθυσμούς, αρρώστησε και έστειλε ως στρατηγό τον γιο του Αλιάκμονα. Εκείνος, όμως, μαχόμενος κάπως απερίσκεπτα, φονεύτηκε. Όταν ο Παλαιστίνος άκουσε τι συνέβη, ξέφυγε από την προσοχή των σωματοφυλάκων του και από την υπερβολική του λύπη έριξε τον εαυτό του στον ποταμό Κόνοζο, ο οποίος ονομάστηκε από αυτόν Παλαιστίνος. Ο Στρυμών, πάλι, γιος του Άρη και της Ηλίκης, όταν άκουσε για τον θάνατο του Ρήσου, κατελήφθη από θλίψη και έπεσε στον ποταμό Παλαιστίνο, ο οποίος από αυτόν άλλαξε όνομα και έγινε Στρυμών. [16]
            Στο ποτάμι αυτό υπάρχει ένας λίθος με το όνομα παυσίλυπος, τον οποίο, αν τον βρει κανείς ενώ πενθεί, αμέσως τον εγκαταλείπει η συμφορά που τον βασανίζει, όπως ιστορεί ο Ιάσων ο Βυζάντιος στα Θρακικά του.
            Κοντά στο ποτάμι αυτό είναι τα βουνά Αίμος και Ροδόπη. Αυτοί ήταν αδέλφια που ερωτεύτηκαν μεταξύ τους. Ο Αίμος αποκαλούσε την Ροδόπη Ήρα κι εκείνη τον αγαπημένο της τον αποκαλούσε Δία. Οι προσβεβλημένοι θεοί, αποστρεφόμενοι τις πράξεις τους ως φαύλες, τους μεταμόρφωσαν και τους δύο στα ομώνυμα όρη.[17]
            Στα βουνά αυτά υπάρχουν λίθοι που λέγονται φιλάδελφοι, μαύροι στο χρώμα του κόρακα, που μιμούνται τους ανθρώπους. Αυτοί, αν τους χωρίσεις μεταξύ τους και φωνάξεις το όνομά τους, διαλύονται αμέσως από μόνοι τους, όπως ιστορεί ο Θράσυλλος ο Μενδήσιος στο τρίτο βιβλίο του Περί λίθων και τα περιγράφει με μεγαλύτερη ακρίβεια στα Θρακικά.   
             






[1] Σε αντίθεση με άλλες επικεφαλίδες-τίτλους ενοτήτων, αυτή δίνει το αρχικό (Λυκόρμας) και όχι το τελικό όνομα του ποταμού (Εύηνος). Το όνομα «Λυκόρμας», όμως, χρησιμοποιούνταν κυρίως ως ποιητικό υποκατάστατο για το συνηθισμένο «Εύηνος».
[2] Ο ίδιος περίπου μύθος υπάρχει ξανά στον Πλούταρχο (315Ε), που αναφέρει ως βασική πηγή την ιστορία της Αιτωλίας του Δοσίθεου. Πβ. επίσης Απολλόδωρος 1.7.8, ο οποίος αναφέρει ότι και ο Απόλλων ήταν ερωτευμένος με την Μάρπησσα, αλλά ο Ποσειδώνας βοήθησε τον Ίδα να την αρπάξει παρέχοντάς του άρμα. Στην αφήγηση του Απολλοδώρου ο Εύηνος πρώτα πνίγει στο ποτάμι τα άλογά του και μετά τον εαυτό του (να υπονοείται ένα είδος θυσίας στον Ίππιο Ποσειδώνα;). Η ιστορία φαίνεται να πηγαίνει πίσω ως τον Βακχυλίδη (Διθύραμβοι 6 Irigoin) και τον Σιμωνίδη (PMG απ. 563 Page). Ο Δίας τελικά έβαλε την Μάρπησσα να διαλέξει ανάμεσα στον Απόλλωνα και τον Ίδα. Η Μάρπησσα διάλεξε τον Ίδα, από φόβο μήπως την εγκαταλείψει ο Απόλλων, όταν γεράσει.
[3] Οι συμπληρώσεις στο κείμενο προέρχονται από την πιστή αναπαραγωγή των παραγράφων 1 και 2 στον Στοβαίο 4.36.17.
[4] Οι ονομασίες Μύηνον και Άλφιον όρος δεν μπορούν να ταυτιστούν με κάποιο γνωστό βουνό της Αιτωλίας.
[5] Ο Μαίανδρος εκκινεί από την Φρυγία, στην περιοχή των Κελαινών, στη συνέχεια σημαδεύει τα σύνορα ανάμεσα στη Λυδία και την Καρία, διασχίζει την ομώνυμη κοιλάδα του στην Καρία και χύνεται στη θάλασσα κοντά στην Πριήνη και την Μλητο. Οι συστροφές της ροής του έκαναν στην αρχαιότητα το όνομά του παροιμιώδες (Παυσ. 8.41.3, Στράβων 12.8.15). Οι αποθέσεις του στη θάλασσα ήταν σημαντικές μέσα στους αιώνες, με αποτέλεσμα τα αρχαία λιμάνια της Πριήνης και της Μιλήτου να απέχουν σήμερα αρκετά χιλιόμετρα από τη θάλασσα. Η λέξη Ασία στο κείμενο δεν αναφέρεται εδώ γενικά στη Μικρά Ασία, αλλά στην ομώνυμη ρωμαϊκή επαρχία που περιλάμβανε την Τρωάδα, τη Λυδία, τη Μυσία, την Καρία και τη Φρυγία.
            Το ρήμα «αναβαίνω» χρησιμοποιείται και για την πορεία προς τις πηγές ενός ποταμού, εξαιτίας του γεγονότος ότι τα περισσότερα ποτάμια πηγάζουν από τα βουνά. Ο τρόπος έκφρασης του κειμένου δίνει την εντύπωση ότι ο Μαίανδρος με μια μοναδική συστροφή επιστρέφει στις πηγές του, αλλά στην πραγματικότητα αυτό δεν συνέβαινε: απλώς με τις πολλές συστροφές του το ποτάμι έδινε την εντύπωση ότι επιστρέφει συνεχώς προς τον εαυτό του.
[6] Γνωρίζουμε έναν Κέρκαφο από τη Ρόδο, γιο της επώνυμης νύμφης Ρόδου και του Ήλιου. Ο Κέρκαφος έγινε ηγεμόνας του νησιού και τα τρία παιδιά του, ο Λίνδος, ο Ιαλυσός και ο Κάμιρος ήταν οι επώνυμοι ήρωες τριών μεγάλων πόλεων του νησιού. Βλ. Διόδ. 5.57.7-8. Το όνομα επανεμφανίζεται στο κεφάλαιο 19.
[7] Πόλη που βρισκόταν στις όχθες του Σαγγάριου, στη ρωμαϊκή επαρχία της Γαλατίας, στην αρχαία Φρυγία. Έλεγχε έναν από τους σπουδαιότερους ναούς της Κυβέλης, η οποία είχε την επωνυμία Μητέρα των θεών. Με τη λατρεία της συνδεόταν ο Άττις, μια ομάδα αυτοευνουχισμένων ιερέων, οι Γάλλοι, και ο βαίτυλος, μια πέτρα που αντιπροσώπευε τη δύναμη της και μεταφέρθηκε στη Ρώμη το 205 π.Χ.,
[8] Το όνομα του λίθου αποτελεί ένα είδος οξύμωρου (αντίφραση) σε σχέση με την ιδιότητα του να τρελαίνει κάποιον και σε σχέση με την ιστορία της τρέλας του Μαίανδρου που προηγήθηκε.
[9] Το όρος αποτελούσε συνέχεια του Τμώλου. Συνήθως συνδέεται με την ιστορία της Νιόβης που μεταμορφώθηκε στο βουνό αυτό από τη θλίψη για τα σκοτωμένα παιδιά της. Ορισμένες φορές ο Σίπυλος είναι ένα από τα παιδιά της Νιόβης, όπως και ο Αγήνωρ. Η Διωξίππη αναφέρεται στον Υγίνο  ως μία από τις Ηλιάδες  (Fab. 154) ή ως Αμαζόνα (163). 
[10] Ποταμός της Φρυγίας. Οι πηγές του βρίσκονταν κάτω από την ακρόπολη των Κελαινών και οι εκβολές του στον ποταμό Μαίανδρο. Σύμφωνα με μια παράδοση, ο ποταμός δημιουργήθηκε από το αίμα του μυθολογικού Μαρσύα και τα δάκρυα των νυμφών για τον τραγικό θάνατό του. 
[11] Μυθικός βασιλιάς της Φρυγίας με τον οποίο συνδέονται διάφορες παραδόσεις. Η πιο γνωστή αναφέρει ότι ο Μίδας είχε αποκτήσει από τον Διόνυσο, στον οποίο είχε οδηγήσει τον χαμένο Σειληνό, τη δύναμη να μετατρέπει ό,τι άγγιζε σε χρυσό, έτσι όμως κινδύνευσε να πεθάνει από την πείνα και τη δίψα και γλίτωσε μόνον αφού, ακολουθώντας τη συμβουλή του θεού, λούστηκε στα νερά του Πακτωλού ποταμού, ο οποίος από τότε περιέχει ψήγματα χρυσού. Σύμφωνα με άλλο μύθο, ο Απόλλων για να τιμωρήσει τον Μίδα, ο οποίος σε έναν μουσικό διαγωνισμό μεταξύ του θεού και του Μαρσύα είχε ευνοήσει τον δεύτερο, έκανε να του φυτρώσουν γαϊδουρινά αυτιά, τα οποία ο Μίδας κατόρθωσε να κρύψει από όλους εκτός από τον κουρέα του. Εκείνος μην μπορώντας να συγκρατήσει άλλο το μυστικό, έσκαψε μια τρύπα στη γη όπου το ψιθύρισε, εκεί όμως φύτρωσαν καλάμια που το επαναλάμβαναν με κάθε φύσημα του ανέμου.
[12] Σάτυρος ή Σειληνός, θεός του ποταμού Μαρσύου, κοντά στις Κελαινές της Φρυγίας. Πήρε τον αυλό που είχε επινοήσει η Αθηνά, αλλά τον είχε πετάξει μακριά επειδή, όπως αναφέρουν μερικοί συγγραφείς, παραμόρφωνε το πρόσωπο αυτού που τον έπαιζε. Σε άλλες παραδόσεις είναι ο ίδιος ευρετής του αυλού. Έγινε τόσο καλός παίκτης ώστε προκάλεσε τον Απόλλωνα να τον συναγωνιστεί. Συμφώνησαν πως ο νικητής θα μεταχειριζόταν τον νικημένο όπως επιθυμούσε. Οι Μούσες κήρυξαν τον Απόλλωνα νικητή και τότε εκείνος έδεσε τον Μαρσύα σ' ένα δένδρο και τον έγδαρε ζωντανό ή έβαλε έναν Σκύθη να τον κατακρεουργήσει. Υπάρχουν πολλά κομμάτια γλυπτικής που έχουν διασωθεί και που παριστάνουν αυτή την ιστορία. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Ζ 26), στις Κελαινές υπήρχε κρεμασμένο το δέρμα του Μαρσύα, τον οποίο ο Απόλλωνας, αφού τον έγδαρε, τον κρέμασε εκεί. Ο μύθος αυτός ίσως να προέρχεται από την αντίθεση που υπήρχε ανάμεσα στο μουσικό όργανο του Απόλλωνα, τη λύρα, και τον αυλό των Φρυγών. Ο Μαρσύας συνδεόταν με τη λατρεία της Κυβέλης (Μητέρας των θεών).
[13] Πβ. το υπόμνημα του Ευστάθιου στον Διον. Περ. 321, όπου η πόλη γράφεται ως Νώρικον, αλλά η αφήγηση ακολουθεί από κοντά τον Πλούταρχο. Ο Πεισίστρατος ο Λακεδαιμόνιος είναι άγνωστος από αλλού.
[14] Βερεκυνθία ήταν το όνομα της Κυβέλης από ένα οχυρό μέρος της Φρυγίας (Βερέκυνθος ή Βερέκυντος, στις όχθες του Σαγγάριου), όπου και λατρευόταν η θεά. Πβ. Αριστοτ., 847a5, όπου όμως γίνεται λόγος για την Εκάτη και τα μυστήριά της και η πληροφορία αποδίδεται στον Εύδοξο. Ο Μίδας θεωρούνταν μερικές φορές γιος της. Βερεκύνται ήταν ένας φρυγικός λαός και Βερεκύνδαι ένα είδος κατώτερων θεοτήτων (δαίμονες). Ο Στράβων 10.3.12 τους αποκαλεί Βερέκυντες και τους θεωρεί γένος των Φρυγών ή γενική ονομασία για τους Φρύγες. Τιμούν την Μητέρα των θεών με οργιαστικές τελετές και ανάλογα με τον τόπο την αποκαλούν Κυβέλη, Άγδιστη, Μεγάλη Μητέρα κ.τ.λ. Τους ακολούθους της τους αποκαλούν Κουρήτες, Κορύβαντες, Σατύρους ανάλογα με την παράδοση. Ο Νόννος (13.508) κάνει λόγο για Βερέκυντες αυλούς σε συμφραζόμενα που περιλαμβάνουν τους Φρύγες. Πβ. Στράβων 3.17.15. Η αναφορά στο φυτό μάχαιρα που προκαλεί μανία μπορεί να συνδέεται με τις οργιαστικές τελετές της Κυβέλης, όταν οι ιερείς της Γάλλοι αυτοευνουχίζονταν.
[15] Ονομασία περιοχής της ανατολικής Μακεδονίας (ή της δυτικής Θράκης), κοντά στον ποταμό Στρυμόνα, όπου κατοικούσαν οι Ηδωνοί (φυλή της Θράκης).  
[16] Ο Ρήσος ήταν μυθικός βασιλιάς της Θράκης. Μερικές φορές θεωρείται γιος του Στρυμόνα και της Μούσας Ευτέρπης ή της Καλλιόπης. Πήγε με τους Θράκες στην Τροία, τον τελευταίο χρόνο του Τρωικού Πολέμου, ως σύμμαχος του Πρίαμου. Την άφιξή του πληροφορήθηκαν ο Διομήδης και ο Οδυσσέας, όταν έπιασαν τον Τρωαδίτη κατάσκοπο Δόλωνα. Οι δύο ήρωες έκαναν αμέσως νυχτερινή καταδρομή στο θρακικό στρατόπεδο την ώρα που όλοι κοιμούνταν, σκότωσαν δώδεκα Θράκες πολεμιστές και τον ίδιο το Ρήσο και πήραν τα φημισμένα του άλογα, που ήταν μεγάλα, κάτασπρα και πολύ γρήγορα (Ιλ. Κ, 434-441, 470-502). Ο μύθος του Ρήσου αποτέλεσε και θέμα ομώνυμης αρχαίας τραγωδίας, που αποδόθηκε στον Ευριπίδη, αλλά δε φαίνεται να είναι δικό του έργο.
[17] Ο Αίμος ήταν γιος του Βορέα και της νύμφης Ωρειθυίας, βασιλιάς της Θράκης. Σύζυγός του ήταν η Ροδόπη. Σύμφωνα με άλλη παράδοση, η Ροδόπη και ο Αίμος ήταν αδέλφια, αλλά δημιουργήθηκε ανάμεσά τους τέτοιος έρωτας, ώστε εκείνη να τον αποκαλεί Δία και εκείνος να την αποκαλεί Ήρα. Οι θεοί όμως θύμωσαν για τη χρησιμοποίηση του ονόματός τους και τους μεταμόρφωσαν σε βουνά με τη γνωστή και σήμερα ονομασία. Γιος των ερωτευμένων αδελφών ήταν ο ποταμός Έβρος.