Η προελληνική καταγωγή του ονόματος του Οδυσσέα



Το όνομα του θρυλικού ήρωα του έπους θεωρείται γενικά ότι έχει προελληνική προέλευση, ανήκει δηλαδή στο γλωσσικό υπόστρωμα των λαών που αφομοίωσαν με την πάροδο του χρόνου οι Έλληνες. Η προσπάθεια ετυμολογίας από το ὀδύσσομαι (= ο Μισητός) αποτελεί λαϊκή παρετυμολογία Η προελληνική προέλευση του ονόματος καθίσταται ολοφάνερη από την ποικιλία με την οποία εμφανίζεται το όνομα στην Ελληνική, αποτέλεσμα της προσπάθειας των Ελλήνων να αποδώσουν τους φθόγγους μιας ξένης γλώσσας. Έτσι βρίσκουμε τους τύπους Οδυσ(σ)εύς με δέλτα, και Ολυτ(τ)εύς, Ολυσ(σ)εύς, Ολισεύς, Ωλυσσεύς, Ουλίξης, Ουλιξεύς, λατινικά Ulixes, ετρουσκικά Utuse. Βλέπουμε μια εναλλαγή μεταξύ δ και λ (ο ετρουσκικός τύπος Utuse είναι δάνειο από κάποια ελληνική διάλεκτο με δ, ο λατινικός τύπος είναι δάνειο από κάποια δυτική ελληνική διάλεκτο με λ), γεγονός που μπορεί να αποδοθεί στην προφορά του προελληνικού φθόγγου ως κάτι μεταξύ δ και λ. Η εναλλαγή αυτή εμφανίζεται και σε άλλες λέξεις προελληνικής καταγωγής. Πβ. το κλασικό παράδειγμα λαβύρινθος, που στην μυκηναϊκή εμφανίζεται ως δαβύρινθος.[1] Το αρχικό Ο-/Ου-/Ω- μπορεί να είναι προθετικό φώνημα. Πβ. Χαττικό Λύξης (που ήταν και όνομα του πατέρα του Ηρόδοτου), Λυδικό Λίξος. 
[Πηγή: Beekes, “Pre-Greek Names”, JIS 37, 2009]




[1] Παλαιότερα η λέξη συνδεόταν με τη λυδική λέξη λάβρυς που σύμφωνα με τον Πλούταρχο (302Α) σήμαινε «πέλεκυς». Έτσι λαβύρινθος θα ήταν «ο οίκος των διπλών πελέκεων» με αναφορά στο περίφημο μινωικό σύμβολο. Μερικοί μάλιστα πρότειναν ότι το λυδικό σύμβολο για το λ (˘|˘) παριστάνει ένα διπλό πελέκι. Σήμερα η λέξη τείνει να συνδεθεί με τον χεττιτικό βασιλικό τίτλο labarna/tabarna, όπου παρατηρούμε πάλι την εναλλαγή υγρού και οδοντικού. Συνεπώς λαβύρινθος = «ο οίκος του βασιλιά». Πβ. το καρικό τοπωνύμιο Λαβρύανδα και θεωνύμιο Λαύραυνδος. Στη μυκηναϊκή απαντά η έκφραση «πότνια δαβυρίνθοιο» = «η βασίλισσα, η δέσποινα, η κυρά του λαβύρινθου».