Το τραγούδι των ναυτών και το τραγούδι στους ανέμους της Ρόδου




Το τραγούδι των ναυτών

Το ποίημα υπάρχει σε πάπυρο του 2ου ή 3ου αιώνα μ.Χ., τον οποίο φαίνεται να ξαναχρησιμοποίησε κάποιο παιδί για ασκήσεις γραφής στο σχολείο. Αναφέρονται ξεκάθαρα δύο ομάδες ναυτών: οι ναύτες της θάλασσας και οι ναύτες του Νείλου. Το ποίημα είναι μια πρόσκληση σ’ αυτές τις δύο ομάδες ανδρών να ανταγωνιστούν μεταξύ τους στο τραγούδι. Το θέμα του διαγωνισμού είναι «η σύγκριση (ή μάλλον αντίθεση) του ανοιχτού πελάγους και του Νείλου». Στην πράξη ο ποιητής καλεί τους ναύτες να κάνουν σύγκριση μεταξύ της ναυτικής ζωής στο πέλαγος και της ζωής στα νερά του Νείλου, και όχι απλώς μεταξύ των νερών του ποταμού και της θάλασσας.

            Ναύτες που σχίζετε βαθιά νερά,
            των θαλασσίων υδάτων Τρίτωνες,  
            και ναύτες του Νείλου, που σχίζετε δρόμους σε γλυκά νερά,
            τα γελαστά ύδατα πλέοντας,
            κάντε μου τη σύγκριση, φίλοι μου,
            ανάμεσα στο πέλαγος και το γόνιμο Νείλο.

Ναῦται βυθοκυματοδρόμοι͵
ἁλίων Τρίτωνες ὑδάτων͵
καὶ Νειλῶται γλυκυδρόμοι
τὰ γελῶντα πλέοντες ὑδάτη͵
τὴν σύγκρισιν εἴπατε͵ φίλοι͵
πελάγους καὶ Νείλου γονίμου.

 Στους ανέμους της Ρόδου
  
Το ποίημα υπάρχει σε πάπυρο από την Οξύρρυγχο και χρονολογείται μεταξύ του 250 και 280 μ.Χ. Το ψάλλει ένας Ρόδιος ναύτης, αφού έφτασε στο νησί του, όπως υποδεικνύουν οι παρελθοντικοί χρόνοι που χρησιμοποιούνται. Δεν φαίνεται να πρόκειται για μαγική επωδή, όπως πιστεύουν ορισμένοι φιλόλογοι.

Παρακαλούσα τους ανέμους της Ρόδου
και τα μέρη του πελάγους,
όταν ήθελα να πλέω.
Όταν ήθελα στον τόπο μου να μείνω,
στα μέρη του πελάγους έλεγα:
«Ας μην χτυπιούνται τα πέλαγα,
Τη θάλασσα υποτάξτε στους ναύτες.
Όλοι μαζί ο άνεμοι βιάζονται.
Μάζεψε τους αέρηδες, Νύχτα,
και κάνε τα νερά καλοδιάβατα».


Ροδίοις ἐκέλευον ἀνέμοις
καὶ μέρεσι τοῖς πελαγίοις͵
ὅτε πλέειν ἤθελον ἐγώ·
ὅτε μένειν ἤθελον ἐκεῖ͵
ἔλεγον μέρεσιν πελαγίοις·
Μὴ  τυπῇ τὰ πελάγη
ἅλ΄ ὑποτάξατε ναυσιβάταις.
Ὅλος ἄρ΄ ἄνεμος ἐπίγεται·
ἀπόκλειε τὰ πνεύματα͵ καί͵ Νύξ͵
δὸς τὰ [ὕδ]ατα ἐΰβατα.